κάθε αρχή έχει και τέλος

Η πιο δυνατή στιγμή της έκδοσης ενός περιοδικού, είναι τα γεννητούρια. Ευτύχησα να ζήσω μια τέτοια εμπειρία. Θαρρώ ανεπανάλληπτη, αφού δεν θα ‘ναι ποτέ το ίδιο, όσες φορές και να ξανασυμβεί στο μέλλον.

Αναμφίβολα και κατ’ αντιστοιχία η πιο δύσκολη, κυρίως όσο αφορά στην απόφαση, είναι η στιγμή που λες: τέλος. Από κείνη την ώρα ζεις μια άλλη χαρά μια χαρμπλύπη μάλλον. Γιατί έχοντας διαγράψει έναν κύκλο, έχοντας δώσει κομμάτι εαυτού, έχοντας δουλέψει με ανθρώπους που δέθηκες μαζί τους πάνω στο μάρμαρο, ξέρεις καλά το πρώτο πράγμα που πρέπει να διαφυλάξεις: την εμπειρία της γλυκιάς εκδοτικής περιπέτειας, τις σχέσεις με τους συνεργάτες σου και κυρίως με τον αναγνώστη.

erourem-indiktos-1-21.jpg

Αυτό το τελευταίο σεβόμενος, ο Μανώλης Βελιτζανίδης, εκδότης του περιοδικού «Ίνδικτος», ανοίγει μέσα από το μπλογκ του έναν διάλογο:

«σε αυτούς οφείλω να πω πως διεκδικώ ένα Καλό Τέλος για να μου χαριστεί μία Καλή Αρχή«, λέει κάπου στο κείμενό του.

Δεν γνωρίζω τίποτα που να ‘χει αρχή και να μην έχει τέλος. 

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήταν το μόνιμο χαριτωμένο μότο της γιαγιάς μου:

«είπενε ο …Σταματέλος

κάθε αρχή να ‘χει και τέλος».

 

Πριν από 12 χρόνια γεννήθηκε το περιοδικό «Ερουρέμ».

Βγήκαν τέσσερα τεύχη και το περιοδικό συνέχισε την πορεία του με τον τίτλο «Ίνδικτος». Σύνολο τευχών ως σήμερα εικοσιένα. Για όσους το διαβάζαμε και για όσους έτυχε έστω και μια φορά να το πιάσουμε στα χέρια μας, η απορία ήταν πάντα η ίδια: χαρά στο κουράγιο όσων βάζουν πλάτη για να βγει τέτοια δουλειά.

Ένα περιοδικό άποψης και προβληματισμού. Ένα περιοδικό που διερευνά το σήμερα, αγγίζοντας θέματα πνευματικά και υλικά, που ανασκάπτει τα πολύπαθα πολιτισμικά μας εδάφη, καλλιεργεί τον φιλοσοφικό διάλογο, προσδοκά να μας κάνει καλύτερους.

Αποκαλυπτικός κι από καρδιάς ο λόγος του Μ.Β.: 

«…Πολλοί συνεργάτες και φίλοι εξαντλήθηκαν στην πορεία αυτή.
Ο μόνος συνοδοιπόρος που είχα από την αρχή ήταν ο Πέρης Ιερεμιάδης. Τώρα μετά τον θάνατό του, αλλά ομολογώ όχι τόσο εξαιτίας αυτού του γεγονότος, είναι η πρώτη φορά που νοιώθω μέσα μου πως πρέπει να βάλω ένα τέλος σε αυτήν την περιπέτεια του Περιοδικού.[…]
Κουβαλώ ακόμα επιθυμίες, κυριαρχούμαι ακόμα από εμμονές, μα δεν μπορώ να τις εκφράσω μέσα από το Περιοδικό.
[…]Μια προσπάθεια που απαιτεί πολύ μόχθο και κόπο, πάνω απ’ όλα στηρίζεται στο πάθος και το μεράκι των δημιουργών του. Κι είναι αλήθεια πως από τέτοια υλικά είναι πλασμένα όλα τα τεύχη της Ινδίκτου. Κάθε τεύχος ήταν μία επίπονη και μακρόχρονη τις περισσότερες φορές, γέννα.
Πρέπει όμως κανείς να αντιλαμβάνεται τα όρια του και κυρίως τα όρια των άλλων. Δεν επιθυμώ να συνεχίσω χάριν γούστου ή εμμονής σε κάτι που δεν μπορεί πια να πετάξει.[…]

Καταθέτω αυτές τις σκέψεις για να τις μοιραστώ με τους φίλους του Περιοδικού και να τις συζητήσω μαζί τους.

Δεν έχω λάβει την οριστική απόφαση γι’ αυτό και κάθε γνώμη και βοήθεια είναι ευπρόσδεκτη και θα εκτιμηθεί δεόντως…»
Δεν γνωρίζω τα σχέδιά του. Κυρίως γιατί δεν είχαμε την ευκαιρία να τα συζητήσουμε. Είναι προφανές -βγαίνει αυτό και μόνο από τον τίτλο του κειμένου- πως κάπως σκοπεύει να συνεχίσει.
Μακάρι!
Εγώ θα συνυπέγραφα το λιτό σχόλιο του Νίκου Ξυδάκη: «Μανώλη, μη βιαστείς» και θα προχωρούσα σε μια πρόταση.
Θα τον καλούσα να προσφέρει τον φιλόξενο έτσι κι αλλιώς χώρο του περιοδικού για ένα συμπόσιο αφετηρία διαλόγου. Αν εκείνος βάλει το δέντρο, να στήναμε τραπέζι από κάτω, να βάζαμε ρεφενέ το μεζέ, το κρασί, το χορό και το τραγούδι. Γλέντι για το Καλό Τέλος μιας ιστορίας, για μια Πιθανή Συνέχεια ή μια Καλή Αρχή.
Έτσι κι αλλιώς στα δώδεκα χρόνια που πέρασαν από τότε, έχουν αλλάξει πολλά. Λένε πολλοί πως ήρθε τ’ απάνω, κάτω.
Η αλήθεια είναι πως κάτι καινούργιο ξημερώνει… Μεσημέριασε κιόλας.
Στρώνω τραπέζι, βάζω κρασί και ψάχνω τον τρόπο να γίνω σαφέστερος, άμεσα.
~~~~~
Σημ. Πιθανά σχόλια και συμμετοχή στο διάλογο, εκεί παρακαλώ.