Μύκονος-Δήλος

Mαγειρική με τον τρόπο της Μυκόνου

του Δημήτρη Ρουσουνέλου

 

Στην εικόνα, στη ζωή και στις γεύσεις της Μυκόνου δεν υπάρχει μέσος δρόμος. Αγαπάς ή απορρίπτεις. Κι όταν αγαπάς έναν τόπο αφήνεσαι να απολαύσεις ό,τι σου προσφέρει. Τα προϊόντα ενός άνυδρου τόπου που τον δέρνει ο βοριάς, ίσως είναι ελάχιστα. Οι επισκέπτες της κοσμοπολίτικης Μυκόνου έχουν όμως τη χαρά της απόλαυσης σπάνιων και μοναδικών γεύσεων.
Στη συλλογική γευστική μνήμη συναντάμε προϊόντα που περιγράφουν τόπους με ακρίβεια. Η κοπανιστή, ένα πικάντικο μαλακό τυρί, προϊόν ζύμωσης, που θα το καταχωρούσαμε στην κατηγορία των μπλε τυριών, είναι ένα τέτοιο προϊόν, στοιχείο μιας άτυπης γαστρονομικής γεωγραφίας: Μεσολόγγι – αυγοτάραχο, Μυτιλήνη – ούζο, Χίος μαστίχα, Σύρος – λουκούμια, Σαντορίνη – φάβα, Σάμος – μοσχάτο κρασί, Κρήτη – τσικουδιά, Μύκονος – κοπανιστή… κι ακόμα: Μόντενα – ξύδι βαλσαμικό, Καισάρεια – παστουρμάς, Κύπρος – χαλούμι, Ρωσία – χαβιάρι, Ισπανία – χαμόν πάτα νέγκρα, Σκωτία – ουϊσκυ…
Η τουριστική Μύκονος δεν στηρίζεται πια στην κοπανιστή, ούτε στα εξαίρετα αμυγδαλωτά, τα βραβευθέντα στην Έκθεση Θεσσαλονίκης την δεκαετία του ’30, για να μπει στον παγκόσμιο χάρτη. Σήμερα, εστιάτορες και ιδιοκτήτες ξενοδοχείων, αγκαλιάζουν τις γεύσεις του τόπου, ανασύρουν υλικά, φέρνουν στο προσκήνιο γεύσεις που οι περισσότεροι έχουμε στο τραπέζι του σπιτιού μας. Ορισμένοι μάλιστα δημιουργούν νέα πράγματα, παντρεύουν με αρμονία τις γεύσεις.
Τα πρωτογενή υλικά, η λιτότητα, η εποχικότητα, η αντίσταση στην ευκολία του super market, κάνουν την κουζίνα του κάθε τόπου να διαφέρει. Κι ο τρόπος που έγινε συνήθεια. Ο τρόπος που έγινε κομμάτι πολιτισμού. Που μόνον έτσι ή κάπως έτσι η τροφή, η καθημερινή τροφή μιας κοινότητας ανθρώπων, γίνεται αναγνωρίσιμη και καταναλώνεται με ευχαρίστηση.
Στη Μύκονο λοιπόν μάθαμε να τρώμε τις μελιτζάνες τηγανητές με σάλτσα ντομάτα, το μαριδάκι τηγανητό με κρεμμύδια, την πίτα με τυρί (τυροβολιά), άνηθο, κρεμμύδι και λαρδί, τα αμπελοφάσουλα με σκορδαλιά.
Γιατί; Μα γιατί αυτό έτσι είναι! Ίσως γιατί μας πέσανε πολλά τα σκόρδα, οι ντομάτες, τα κρεμμύδια ή γιατί δεν είχαμε τίποτ’ άλλο να τα παντρέψουμε ή για την ανάγκη να αποκτήσουν οντότητα τ’ άνυδρα αμπελοφάσουλα με το παξιμάδι ή το ψωμί, το λάδι και το ξύδι της σκορδαλιάς και να γίνουν κύριο, χορταστικό πιάτο στο τραπέζι μας.
Τρώμε το περισσότερο χοιρινό παστό ή ψημένο στον ήλιο με ντόπια μυρωδικά κι όχι καπνιστό. Γιατί; Μα, δεν έχουμε ξυλεία στη Μύκονο, ενώ έχουμε αλάτι από τη θάλασσα! Ευτυχώς η πολυτέλεια του καταψύκτη άφησε αλώβητα τα προϊόντα του χοίρου. Έτσι τα σίσσερα είναι κομμάτια τσιγαρισμένου χοιρινού στο λίπος του, οι παΐδες, οι λούζες τα λουκάνικα, κουκκισμένα με πιπέρια, θρούμπη και ρίγανη, τα χαϊδεύει ο ήλιος και τα στεγνώνει ο βοριάς.
Όταν βρέχει έχουμε σαλιγκάρια, τα παντρεύουμε με το κρεμμύδι ή τα φτιάχνουμε πιλάφι κι άγρια μυρωδάτα μανιτάρια, για τη σχάρα, για το τηγάνι με κρεμμύδια. Έχουμε άγρια χόρτα που τα τρώμε βραστά γλυκαίνοντας την αδρή γεύση τους με λάδι και λεμόνι, ενίοτε αρτυσμένα με παστό χοιρινό κι άλλοτε μέσα σε πίτες.
Παίρνουμε την άνυδρη ντομάτα και την κάνουμε λιαστή λιχουδιά, θαλασσινό αλάτι από τις κοιλότητες των βράχων, λιάζουμε σύκα, ξεραίνουμε δυόσμο, θρούμπη, ρίγανη, φτιάχνουμε γλυκό κυδώνι, βάζουμε κάπαρη στο ξύδι…
Στις Γιορτές μοσχομυρίζει κανέλα, ξύσμα πορτοκαλιού, κι ανθόνερο. Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς τρώμε το πόδι του χοίρου μας με τις λαχανίδες. Τα πρώτα άγρια χορταράκια τα δίχως γεύση (τα προβάσια) τα τρώμε με το κατσίκι φρικασέ.
Η μυκονιάτικη μαγειρική έχει να κάνει και με την θρησκευτική συνείδηση, τις νηστείες, τις πρωινές λειτουργίες στα εξωκλήσια με τα πλούσια κεράσματα και τα πανηγύρια που διατηρούν το στοιχείο του ανοιχτού καλέσματος και της προσφοράς. Ψαχνά βραστά, ζουμί αχνιστό με το λεμόνι. Γεύσεις αρχαίας Ελλάδας. Γεύσεις λατρείας ενός Θεού. Του Ποσειδώνα ή της Δήμητρας, τ’ Άι-Νικόλα ή της Παναγιάς.
Η μυκονιάτικη γαστρονομία μπορεί να καυχιέται για:
– την κοπανιστή,
– τη λούζα,
– τα λουκάνικα,
– την κρεμμυδόπιτα,
– τη μελόπιτα,
– τα αμυγδαλωτά.
Ξεκινήστε με ένα ούζο στα καφενεία της Παραλίας με μια μόστρα με κοπανιστή, παξιμάδι ελαφρώς βρεγμένο, αλειμμένο με κοπανιστή, με χοντροκομμένη ντομάτα, λάδι και ρίγανη.
~~~~
Σημείωση:
Στα βιβλία μου με τίτλο: «Μυκονιάτικη Μαγειρική – Ψηφίδες Πολιτισμού», και «Τα χοιροσφάγια στη Μύκονο – γεύσεις θυσίας», που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίνδικτος (βλέπε και http://www.scalagallery.gr ), ο αναγνώστης μπορεί να περιηγηθεί τη γαστρονομική ψυχή του νησιού, τον κόσμο των δυνατών γεύσεων, τη σοφή διαχείριση του χοιρινού. Είναι η αναφορά σε μια απλή νησιωτική κουζίνα χωρίς μαγικά στολίσματα.


Γλωσσάρι: Λούζα: αλλαντικό, χοιρινό κόντρα φιλέτο με μυρωδικά (αέρος)
Λουκάνικα: χοντροκομμένος χοιρινός κιμάς με μυρωδικά (αέρος)
Κρεμμυδόπιτα: τυρόπιτα με ντόπιο τυρί (τυροβολιά), άνηθο, αβγά, κρεμμύδι
Μελόπιτα: Γλυκειά τυρόπιτα με τυροβολιά, κανέλα, αβγά, μέλι
Αμυγδαλωτά: γλυκάκια με κοπανισμένο αμύγδαλο, ροδόνερο και ζάχαρη άχνη.

~~~~~~~~~~~~~~
~~~~~~~~~
~~~~~
~~
Λούζα, το καλύτερο ελληνικό αλλαντικό
(όταν μιλήσαμε με τη Μυρσίνη για την προετοιμασία αυτού του άρθρου στον Οινοχόο της «Κ», δεν πίστευα πως θα έγραφε τέτοιο διθύραμβο στη λούζα. Θα έπρεπε όμως να το περιμένω. Ήταν η ίδια που είχε δημιουργήσει θέμα σε γαστρονομική εκδήλωση με αντικείμενο τα αλλαντικά στη Θεσσαλονίκη, για την έλλειψη αναφοράς στη λούζα).

H μοσχομυριστή μυκονιάτικη λούζα είναι ο ιδανικός σύντροφος ενός στιβαρού κόκκινου κρασιού

Της Μυρσίνης Λαμπράκη
Υπάρχουν ελληνικά προϊόντα που θα μπορούσαν να σταθούν αντάξια δίπλα σε ευρωπαϊκά εκλεκτά εδέσματα όπως το ιταλικό «προσούτο», η τρυφερή «πορκέτα» ή η «κόπα»; Φυσικά! Τα ελληνικά αλλαντοσκευάσματα, τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο ήρθαν στο προσκήνιο αλλά θεωρούνται και εδέσματα σπάνιας νοστιμιάς.

Τρανταχτό δείγμα αυτής της εγχώριας πανδαισίας, η μοσχομυριστή μυκονιάτικη λούζα, με το υπέροχο ρουμπινί χρώμα και τις παραλλαγές της, στη Σύρο, στην Ανδρο και στην Τήνο, που θεωρείται πλέον η πεμπτουσία της γευστικής απόλαυσης και ο ιδανικός σύντροφος ενός στιβαρού κόκκινου κρασιού.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΥ ΦΤΙΑΧΝΕΤΑΙ

Παραδοσιακό αλλαντικό των Κυκλάδων και ιδιαίτερα της Μυκόνου, της Τήνου, της Σύρου και της Ανδρου. Φτιάχνονται ένα μήνα πριν από τα Χριστούγεννα, την περίοδο των χοιροσφαγίων. Μία γιορτή με ρίζες βαθιές επαναλαμβανόμενη εδώ και αιώνες με στόχο την ευμένεια των θεών και τη γαστρονομική απόλαυση των συμμετεχόντων στο έθιμο.

ΠΟΥ ΘΑ ΤΗΝ ΒΡΕΙΤΕ
Είναι προτιμότερο να παραγγείλετε σε κάποιο από τα παρακάτω κρεοπωλεία, τα οποία έχουν την δυνατότητα να τη στείλουν και στο σπίτι σας.ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΣΗΜΟΜΥΤΗΣ Μενάγιας – Μύκονος Τηλ.: 22890-28.626ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΑΖΟΣ Μαδούπας – Μύκονος Τηλ.: 22890-22.250ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ Ηλ. Αθυμαρίτης – Μύκονος Τηλ.: 22890-22.078ΔΕΣΥΠΡΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Τήνος. Τηλ.: 22830-22.773

.

.

.



Οι λούζες είναι ουσιαστικά δύο κομμάτια καθαρό κρέας, τα οποία αφαιρούνται από την δεξιά και την αριστερή μεριά της ραχοκοκκαλιάς (κόντρα φιλέτο) του χοίρου. Αλατίζονται με ελαφρά υγρασιασμένο μίγμα θαλασσινού χοντρού και ψιλού αλατιού. Παραμένουν στο αλάτι για περίπου 24 ώρες και αμέσως μετά εμβαπτίζονται σε βραστό νερό για 10 – 20 λεπτά. Αφού στεγνώσουν, αρωματίζονται με άφθονο θρούμπι και πιπέρι. Το μίγμα των μπαχαρικών διαφέρει από νησί σε νησί ανάλογα με τα μυριστικά που παράγει ο κάθε τόπος. Eτσι, οι λούζες στην Τήνο αρτύνονται με ένα μίγμα από πιπέρι και άφθονους σπόρους μάραθου.

Στη Σύρο, το μίγμα αλλάζει και γίνεται ένα χαρμάνι με κόκκους πιπεριού μπαχάρι κανέλα, γαρύφαλλα. Ενώ σε μια δεύτερη παραλλαγή, το κόντρα φιλέτο του χοιρινού αρωματίζεται πάλι με κανέλα και πιπέρι, αλλά τη διαφορά στη γεύση την κάνει η παραμονή του για μια μέρα σε άφθονο «μαύρο» κρασί. Αμέσως μετά από αυτήν τη διαδικασία και αφού σιγουρευτούμε ότι το κρέας έχει απορροφήσει αρκετά αρώματα από το μπαχαρικά, το περνάνε στις «ματίες», ένα αρκετά φαρδύ κομμάτι χοιρινού εντέρου. Ράβεται, από την κάτω και από την πάνω μεριά και εμβαπτίζεται για μία ακόμα φορά σε άρμη. Αρχικά κρεμιέται στον ήλιο για 2 – 3 ημέρες και ακολούθως σε σκιερό μέρος για 20 – 25 μέχρι να «στεγνώσει».

ΠΩΣ ΣΕΡΒΙΡΕΤΑΙ

Εφ’ όσον στεγνώσει καλά, διατηρείται μέχρι και ένα χρόνο στο ψυγείο και αφού κοπεί στην κατάψυξη. Το μυστικό για να αναδείξετε τη φίνα και ντελικάτη γεύση της κρύβεται στον τρόπο κοψίματός της. Επιβάλλεται να κοπεί λεπτή σαν τσιγαρόχαρτο, με ένα πολύ κοφτερό μαχαίρι. Ειδικά όταν είναι φρέσκια, απολαύστε την ωμή, χωρίς την παρεμβολή οποιασδήποτε περιττής γεύσης!

Προσωπικά, εκτός από μεζέ, τη χρησιμοποιώ μαζί με τηγανητά αβγά, διότι βρίσκω τη γεύση της πιο ελαφριά από τα λουκάνικα και το μπέικον. Δοκιμάστε την κομμένη σε μικρά αλλά λίγο πιο χοντρά κομμάτια μέσα σε μίγμα χορταρικών για τάρτες. Συνδυάζω επίσης τις λεπτές φετούλες της λούζας, με ένα μαλακό τυρί που αλείφεται εύκολα σε ψωμάκια και λίγη πρασινάδα για μια πιο ελληνική έκδοση του σάντουιτς. Ολα αυτά, βέβαια, εφόσον η λούζα μου έχει μείνει για μερικές μέρες στο ψυγείο και έχει «τραβήξει» την υγρασία της.

ΜΕ ΤΙ ΚΡΑΣΙ ΘΑ ΤΗΝ ΣΥΝΟΔΕYΣΕΤE

Διαλέξτε μια δυνατή κόκκινη ΝΕΜΕΑ ή ένα ερυθρό ξηρό ΟΠΑΠ από τη Πάρο ή πρωτοτυπήστε με μία βαθυκόκκινη και πλούσια σε άρωμα Mανδηλαριά της Ρόδου. Αν είστε από εκείνους που αναζητούν οίνους μικρής τοπικής εμφιάλωσης, δοκιμάστε το Μυκονιάτικο ερυθρό «Παραπορτιανό» του οικολογικού κτήματος του Νίκου Ασημομύτη.


«Στάσου μύγδαλα»

του Δημήτρη Ρουσουνέλου

Στη Μύκονο τα πρώτα τουριστικά βήματα έγιναν την δεκαετία του ’20. Και δεν ήταν μόνο οι περιστασιακές αφίξεις αρχαιολόγων και αρχαιόφιλων με προορισμό τη Δήλο. Ήδη από το 1925 καταγράφονται οι πρώτες μαζικές αφίξεις Ελλήνων και ξένων εκδρομέων διοργανωμένες από τους Μυκονιάτες της Αθήνας και φίλους τους με την αρωγή της Ένωσης Μυκονίων.

Η τουριστική Μύκονος της δεκαετίας του ’30 ήδη παρουσιάζει στοιχεία παρόμοια με τα σημερινά, μικρότερης όμως έντασης. Όμως τα προβλήματα παραμένουν τα ίδια. Ηχορύπανση, τουριστικές υποδομές, λιμάνι, απορρίμματα. Στην εφημερίδα «Μυκονιάτικα Χρονικά» του 1933 συναντά κανείς πρωτοσέλιδους τίτλους όπως:

-Οι Μυκόνιοι και οι ξένοι των, 15 Απρ. 1934

-Η Μύκονος από τουριστικής απόψεως, 23 Σεπτ. 1934,

-Προσέξατε την Μύκονον (προς τον ΕΟΤ), 7 Οκτ. 1934

Τα νιάτα της εποχής –κυρίως Αθηναίοι- παρουσίαζαν εικόνα πρωτόγνωρη πλην σημαίνουσα για το νησί. Σημείο αναφοράς ήταν το ξενοδοχείο Δήλος κι όταν τις πρώτες νυχτερινές ώρες έσβηναν τα φώτα το γλέντι συνεχίζονταν στο Γιαλό και στα σοκάκια.Έξαλλα νιάτα, που κατέλαβαν αργότερα θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, είδαν τ’ όνομά τους σε θεατρικές μαρκίζες, σφράγισαν ποιητικά τη γενιά τους, τρανοί της δόξας και του χρήματος, η χρυσή γενιά της Μυκόνου του ’30. Θα σμίξουν αργότερα με εξόριστους, αντιπάλους του Μεταξικού καθεστώτος. Ύστερα θα χαθούν στη μέγγενη της Κατοχής, στη μάχη της επιβίωσης και θα ξανάρθουν μετά τον Εμφύλιο. Ωριμότεροι! Όλη η παρέα εδώ. Πάλι ισχυροί. Της πολιτικής, του χρήματος, του καλλιτεχνικού χώρου. Νέα στέκια στο νησί, νέοι άνθρωποι, νέοι δρόμοι, η ίδια γεύση ξεγνοιασιάς και αλεγρίας. Αγοράζουν τα πρώτα σπίτια ή χτίζουν τα δικά τους. Τα αρχοντικά της Χώρας και της Άνω Μεράς φρεσκάρονται. Σάλες ανοίγουν, αυλές ασπρίζονται. Οι νοικοκυρές περιποιούνται δωματιάκια. Σπίτια, κλειστά λόγω εσωτερικής μετανάστευσης, νοικιάζονται σε παραθεριστές. Όσοι δεν χωράνε στο Δήλος, στο Απόλλων, στο Λητώ, στο Ξενία, μπαίνουν στα σπίτια μας, μοιράζονται την κατσαρόλα μας. Ξεφυτρώνουν τα πρώτα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Όσο περνά ο καιρός η Μύκονος ανακαλύπτει τα «τρεχούμενα νερά», ένα είδος πρώτης ζήτησης σε μόνιμη ανεπάρκεια. Τα πρώτα Rooms for rent καλωσορίζουν τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο.

Η τουριστική Βαβέλ της Μυκόνου χτίστηκε στη δεκαετία του ’60. Όλες οι γλώσσες ακούστηκαν τότε. Το νησί κάλεσε πίσω τα μεταναστευμένα παιδιά του. Οι Αθηναίοι ένοιωσαν κοσμοπολίτες, οι ξένοι σάστισαν, φώλιασαν, ξέδωσαν. Οι χίπις φόρεσαν χαϊμαλιά και σανδάλια, έστριψαν τσιγάρα στη άμμο, έντυσαν Rock το βράχο ως πέρα όσο τους πήγαιναν τα πόδια τους, χωράφι το χωράφι, βράχο το βράχο, άνοιξαν μονοπάτι για τον παράδεισο. Ντόπιοι κι επισκέπτες γίνανε ένα. Τρώγανε το ίδιο ψωμί, μοιράζονταν τα ίδια σύκα, μένανε κάτω από την ίδια στέγη.Ο Ευρωπαίος, σαν έλυσε τα προβλήματα που του κληροδότησε ο πόλεμος, μπόρεσε να χαρεί το κομπόδεμά του, σε τόπους παραδεισένιους, μια ανάσα μακριά. Εργαζόμενοι, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, ομοφυλόφιλοι, θαυμαστές αρχαιοτήτων, το διεθνές τζετ σετ, ο καθένας ζει εδώ τον δικό του παράδεισο.Το νησί άρχισε να μιλά ξένες γλώσσες. Τα Rooms to let with running waters, έγιναν σοβαρές επενδύσεις ξενοδοχείων. Άλλοτε εκ μετατροπής κι άλλοτε εξαρχής στημένες. Τότε άρχισε η μεγάλη πίεση. Τα φέρι μποτ έφεραν οχήματα, ήρθαν μηχανήματα, δρόμοι ανοίχτηκαν. Έγινε ο παράδεισος κήπος. Με φως, νερό, τηλέφωνο. Με εστιατόρια και χώρους διασκέδασης. Με λεωφορεία και ραδιοταξί.

Κάποια στιγμή, όπως συμβαίνει στους παραδείσους, ο όφις, κοίταξε στα μάτια την παραδεισιώτισσα  και της είπε: «Να ένα μήλο». Το πήρε εκείνη και το ‘κρυψε. Η ιστορία, ως γνωστόν, επαναλαμβάνεται μόνο σαν φάρσα. Κάποιοι αργότερα βρήκαν και δάγκωσαν το μήλο, άλλοι πάλι όχι. Εντωμεταξύ αυξήθηκαν οι έποικοι του Κήπου. Δεν ήταν πολλοί στην αρχή. Κάνανε απλά πολλή φασαρία. Αίροντας τις αμαρτίες-επιθυμίες των γονιών τους, σπρωγμένοι από μια ακατανίκητη επιθυμία που προκαλούσε η αλόγιστη κατανάλωση κίτρινων φυλλάδων και τηλεοπτικών εκπομπών, ήρθαν και ξανάρθαν. Κι όπως όταν θεωρείς κτήμα σου μια γυναίκα που σου χαρίζει το κρεβάτι της, έτσι λογίστηκε σαν Μύκονος ο κήπος των εποίκων.

Κάποτε ανακάλυψαν δίπλα τους, άνθρωπους, που πίνανε καφέ στου Μπακόγια, στου Κοιλιαμπούρη, στου Μαδούπα, τρώγανε στου Μαθιού, στου Ριζόπουλου, στου Λημνιού, γλεντούσαν με σαμπούνα, πίνανε δικό τους κρασί, χορεύανε σε πανηγύρια, είχαν παιδιά στο σχολείο, είχαν ψυγείο και τηλεόραση. Και τότε όλο αυτό φανερώθηκε –πάνε καμιά δεκαριά χρόνια τώρα- ως η «Άλλη Μύκονος». Σα να λέμε δηλαδή η Μύκονος των «Άλλων». Σχήμα οξύμωρο, καθώς ορίζεται ως «άλλο» το προϋπάρχον.

Μεγαλώνοντας χωρίς διαχωρισμούς τουριστική πελατείας, μάθαμε να μετράμε ενιαίο το σώμα του νησιού. Πονάμε για όσα συμβαίνουν. Πονέσαμε το ίδιο όταν μας είπαν πως το Aids προτιμά συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων ή όταν λόγω της πτώσης του Χρηματιστηρίου, τα εικοσάποντα κουβανέζικα πούρα, έγιναν cigarillos. Και τους σεμνούς και ταπεινούς υπουργούς νοιαζόμαστε, που τους καλεί μονότονα ο όφις: «Στάσου ‘μύγδαλα» κι όμως τους στερεί και φέτος τη χαρά του Κήπου η «γυναίκα του Καίσαρα» κι ο φόβος που φυλάει τα έρημα, χάριν του φαίνεσθαι. Του μη εκτίθεσθαι δηλαδή για να εκλέγεσθαι. Κι έτσι μένουμε όλοι απολύτως εκτεθειμένοι στον κάθε όφι!

Σημείωση:

-Δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2007 στο περιοδικό MYKONOS COFIDENTIAL.

-Επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά με τα πρώτα Φθινοπωρινά σύννεφα. Κανένας πολιτικός δεν ήρθε στο νησί αυτό το προεκλογικό καλοκαίρι. Ακόμα κι αυτοί που ήρθαν νωρίς (π.χ. ο Γιακουμάτος το Πάσχα και η Φάνη Πάλλη Πετραλιά λίγο αργότερα, για να δώσει και καλά ένα βραβείο), έχασαν τα υπουργεία τους.


 

Advertisement

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Μύκονος-Δήλος

  1. Dimitri, I’ve heard of Louza but I would like to find instructions on how to make it.

    Also, my email is truenorth67@gmail.com for exchanging ideas.


    Υποβλήθηκε 06/11/2007, 10:31 μμ

    Οι γυναίκες που αγαπήσαμε!

    dimitris-r
    Υποβλήθηκε 04/11/2007, 10:29 μμ
    —-

    Εγώ θα έρθω άφοβα, λοιπόν! Δεν έχω, πια, τίποτα που να φοβάμαι να χάσω!

    Composition Doll

    Υποβλήθηκε 05/11/2007, 7:05 πμ

    Μελαγχολια.
    Εχω την αισθηση ομως πως η Μυκονος μπορει ακομα να προσφερει χαρα στους κατοικους της .Στους αυτοχθονες.Αυτους που συγκινουνται ακομα με τους προβασοκομπους και που εξακολουθουν να θαυμαζουν τα “γλυπτα του Henry Moore” στον δρομο για την Παραγκα-αν υπαρχουν ακομα.
    Εχετε τον χειμωνα.Προστατεψτε τον.

    Σελιτσανος

    Υποβλήθηκε 05/11/2007, 7:18 μμ

    @σελιτσάνος
    Σσσσσσ! Μη μιλάς κυνδυνεύει η Ελλάς!
    @composition doll Μάλλον τα έδωσες όλα στη Σμιλοδοντοχώρα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν περισσεύει τίποτα για εδώ στη χώρα της σκουλονυφίτσας

    dimitris-r
    https://karvouna.wordpress.com


    Υποβλήθηκε 06/11/2007, 7:55 μμ

    αληθινές γυναίκες !!!
    με -μικρή, έστω- κοιλίτσα και φουντίτσα !!!!

    αυτές δεν μπορέσατε να τις προστατέψετε στο νησί , κρίμα..

    Κ.Κ.Μ.
    http://kkmoiris.yooblog.gr/
    ——
    Υποβλήθηκε 26/03/2008, 2:06 μμ

    opws kai na’nai sas zileuw
    ipoentaksi@msn.com
    dee
    http://kathosprepikori2.wordpress.com
    —————

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s